Έτσι είναι... τα λαμόγια της διαπλεκόμενης ΜΗδημοσιογραφίας, χρειάζονται "γορίλλες"... άσκεποι, φτωχαδάκια, χωρίς μπάτσους που ΑΛΛΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΛΑΚΑ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΝ ΚΩΛΟΜΠΑΡΑΔΕΣ ΕΚΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥΣ....
Μοναχικοί καβαλλάρηδες, αυτοί που υπηρετούν το συμφέρον του λαού, μέσα από το ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ...
Καλλιόπη Σουφλή
Γράφει ὁ Νῖκος Ῥούσσης
Έτσι, στο …ξεκάρφωτο.
Μάρτιος του …1988 ήταν όταν, έχοντας πιεί τα πρωϊνά μου ουϊσκάκια στο Galaxy, βγήκα από την στοά στην Ομήρου και αντίκρυσα τον Σταύρο, να συνοδεύεται από δυό γορίλλες κι’ έναν μπάτσο με μηχανή, που ανεβοκατέβαινε προκλητικά την Ομήρου.
Κάποιος φίλος μου είχε διαμηνύσει, μετά την αναγκαστική μου απόλυση από τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, ότι ο Ψυχάρης ήτανε πολύ χολωμένος μαζί μου, που δεν πήγα μετά να τον δώ και προτίμησα να πάω τον Οργανισμό στα δικαστήρια, για να εξασφαλίσω την αποζημίωσή μου.
Τον είδα λοιπόν που κατέβαινε φουριόζος με την πληρωμένη συνοδεία του και στάθηκα εκεί, στην έξοδο της στοάς που κατοικοεδρεύει το Galaxy στην Ομήρου, περιμένοντάς τον να περάσει….
Όταν με αντίκρυσε, σταμάτησε και με κοίταξε μ’ ένα βλέμμα που έσταζε δηλητήριο, χωρίς να πεί κάτι.
Λόγω και της πρωϊνής «ζάλης» και εξαιτίας του βλέμματός του, υπέθεσα ότι είχε ξεκινήσει με επιθετική διάθεση εναντίον μου και έκανα δύο βήματα μπροστά, φθάνοντας σε απόσταση αναπνοής.
Οι δύο «γορίλλες» ήλθαν δίπλα μου και με μαρκάρισαν στενά κι’ αυτός, άρχισε μια να με κοιτά και μια να ρίχνει αμήχανα το βλέμμα του τριγύρω, στον κόσμο που πέρναγε. «Αν νομίζεις ότι έχεις να μου πείς κάτι, διώξε τα μπασκίνια που σε φυλάνε και έλα να τα πούμε», του «σφύριξα» στο αυτί.
Πήρε την σωματοφυλακή του και έφυγε και από τότε ούτε τον ξαναείδα ούτε ζήτησα δεύτερη, τρίτη ή τετάρτη συνάντηση μαζί του.
Μπήκατε κοροϊδα ή όχι ακόμη;
Ῥούσσης Νῖκος
Πηγή