Για να ενεργοποιηθεί όμως το άρθρο 120 ώστε να δικαιούνται και να υποχρεούνται να αναλάβουν οι ίδιοι οι πολίτες δράση απαιτούνται να συντρέχουν κατά το Σύνταγμα δύο...
προϋποθέσεις. 1) Κατάλυση του Συντάγματος και 2) Η κατάλυση αυτή να γίνεται με τη βία.
Σε ότι αφορά την πρώτη προϋπόθεση, αυτή τη φορά έχουμε διαπιστωμένη σκοπούμενη από την κυβέρνηση παραβίαση του Συντάγματος, την οποία διαπίστωση έκανε ένα από τα τρία Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας, δηλαδή το Ελεγκτικό Συνέδριο το οποίο γνωμάτευσε σχετικά για το θέμα των συντάξεων. Επομένως η πρώτη προϋπόθεση πληρούται. Η κυβέρνηση μπορεί να ισχυριστεί εδώ ότι δεν καταλύει εντελώς το Σύνταγμα, αλλά απλά παραβιάζει κάποιες διατάξεις του. Δεδομένου όμως ότι το ίδιο το Σύνταγμα δεν ξεχωρίζει την κατάλυση από την απλή παραβίαση και δεδομένου ότι η εκ των προτέρων προειδοποίηση από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι ο σκοπούμενος νόμος είναι παραβίαση του Συντάγματος, τότε η κυβέρνηση είναι σε γνώση και επομένως συγγνωστά παραβιάζει το Σύνταγμα πράγμα που υποδηλώνει de facto κατάλυσή του.
Σε ότι αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση δηλαδή τη χρήση βίας, εδώ η κυβέρνηση μπορεί να αντιτείνει ότι δεν παραβιάζει το Σύνταγμα με τη βία, αλλά νομοθετεί στα πλαίσια του Συντάγματος και ο κάθε ένας που νομίζει ότι παραβιάστηκε το Σύνταγμα μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια για να δικαιωθεί.
Στο θέμα της βίας όμως υπάρχουν δύο απόψεις. Η μία λέει ότι υπάρχει χρήση βίας από την πλευρά της κυβέρνησης αφού οδηγεί το λαό σε βίαιη φτωχοποίηση χωρίς ο τελευταίος να ερωτηθεί. Όμως η κυβέρνηση μπορεί να αντιτείνει ότι δεν χρησιμοποιεί η ίδια βία κατά την παραβίαση του Συντάγματος, αλλά η βίαιη φτωχοποίηση είναι το αποτέλεσμα της παραβίασης του Συντάγματος.
Υπάρχει όμως και η δεύτερη άποψη που λέει ότι το Σύνταγμα δεν διακρίνει μεταξύ σωματικής και ψυχολογικής βίας. Εφόσον λοιπόν τόσο ο κ. Σαμαράς όσο και ο κ. Βενιζέλος δημόσια απειλούν ψυχολογικά τους βουλευτές τους, πως αν δεν παραβιάσουν το Σύνταγμα (όπως διέγνωσε το ΕΣ) και δεν ψηφίσουν αντισυνταγματικό νόμο (που αφορά το συνταξιοδοτικό), τότε θα διαγραφούν από τις κοινοβουλευτικές ομάδες τους και τα κόμματά τους, έχουμε άσκηση ψυχολογικής βίας για παραβίαση του Συντάγματος. Η διαγραφή των βουλευτών είναι γνωστό ότι συνεπάγεται αυτόματα και σύμφωνα με την ελληνική αρχηγοκεντρική οργάνωση των κομμάτων και το τέλος της πολιτικής τους σταδιοδρομίας. Επομένως υπάρχει εδώ σαφώς ψυχολογική βία. Είναι βέβαιο ότι πολλοί βουλευτές θα ψήφιζαν εντελώς διαφορετικά αν δεν απειλούνταν με διαγραφή, υπακούοντας μόνο στη συνείδησή τους, όπως εξάλλου και το ίδιο το Σύνταγμα επιτάσσει.
Το αν συντρέχουν στην περίπτωση της ψήφισης της αντισυνταγματικής διάταξης για το συνταξιοδοτικό οι δύο προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 120 παρ. 4, δηλαδή κατάλυση του Συντάγματος με άσκηση βίας ας το κρίνει ο καθένας που είναι υπεύθυνος πολίτης.
Εκείνο όμως που δημιουργεί εντύπωση είναι ότι δεν ερωτώνται, ούτε τοποθετούνται για το συγκεκριμένο θέμα οι καθηγητές συνταγματολόγοι που είναι σχεδόν καθημερινά στα διάφορα τηλεοπτικά πάνελ. Ξεχνούν άραγε να το ρωτήσουν οι δημοσιογράφοι ή διαφεύγει από τους ίδιους τους συνταγματολόγους να το θέσουν;
Ενδιαφέρει τελικά κανέναν σ’ αυτόν το τόπο το άρθρο 120;;;
Πέτρος Χασάπης